Προσωποπραξία...
...είναι το όνομα μιας συνεργατικής δομής από ψυχολόγους, εκπαιδευτικούς και συνοδοιπόρους από άλλα πεδία. Η σύνθετη λέξη που χρειάστηκε να επινοήσουμε θέλει να μεταφέρει “με μια ανάσα”, τις δυο βασικές συντεταγμένες μας, όπως αξεχώριστες τις εννοούμε.
Το πρόσωπο είναι η ενική και ενοποιούσα πλευρά, μοναδική, ανεπανάληπτη, μη αναλώσιμη του κάθε ανθρώπου. Κάθε άνθρωπος είναι μια μοναδική ενότητα εγγενών στοιχείων και κοινωνικής πείρας, και αναζητά να αναπτύξει τις προσωπικές του δυνάμεις με έναν ξεχωριστό τρόπο. Αυτή η αναζήτηση δε γίνεται “μέσα του” σαν ιδιωτική υπόθεση, αλλά μέσα στον κόσμο, ως προσωπική κατανόηση και μαρτυρία του κόσμου και ως προσωπική συμβολή και συμμετοχή του καθενός στην κοινωνία. Κι εμείς καταφάσκωντας αυτήν την αναζήτηση δεν καταθέτουμε ένα ευχολόγιο, αλλά μια πραγματικότητα που φανερώνεται στο κάθε ανθρώπινο ον, χωρίς διαβαθμίσεις. Η αναγνώρισή της, όμως, δεν προκύπτει αυτονόητα, μέσα από μια καλοπροαίρετη απόφαση να βλέπουμε τους ανθρώπους “έτσι”, αλλά μέσα από καθημερινό αγώνα. Το κάθε πρόσωπο αναζητά να συνεισφέρει και να συμφιλιωθεί με τους ανθρώπους και τον κόσμο, και στόχος της δικής μας συνεργασίας είναι η υποστήριξη στην αναζήτηση μιας τέτοιας σχέσης, η οποία να μην είναι απλώς η εξατομικευμένη προσαρμογή στην κοινωνία ως κάτι το ξένο και εξωτερικό που μας επιβάλλεται, αλλά το γεφύρωμα της προσωπικής ανάπτυξης με την αλληλεγγύη και τη χαρά της συμμετοχής στη συλλογική χειραφέτηση.
Η Αισιόδοξη Υπόθεση
Μια αισιόδοξη υπόθεση κατευθύνει την ψυχολογική και εκπαιδευτική πράξη μας, και αυτή είναι η αισιοδοξία του αγωνιζόμενου ανθρώπου κάθε ηλικίας, κάθε δυνατότητας. Αυτή η αισιοδοξία συγκροτεί το ιδεώδες ότι ο άνθρωπος μπορεί να βελτιωθεί και να ξεπεράσει πολλά από τα όρια που στην πορεία της ανάπτυξης και της ζωής του φαντάζουν ανυπέρβλητα.
Αξιολογούμε και εργαζόμαστε με μια τέτοια αισιόδοξη υπόθεση, την πιο αισιόδοξη εκτίμηση για το κάθε συγκεκριμένο παιδί, τον κάθε έφηβο και ενήλικα που μας προσεγγίζει και προσεγγίζουμε. Εργαζόμαστε για την υποστήριξη και την υποβοήθηση, για τη συμπερίληψη και τη συμμετοχή. Αυτό δε σημαίνει μια αυθαίρετη και αδιαφοροποίητη ώθηση προς το “φυσιολογικό” ή το κοινωνικώς συμβατικό, αλλά την ανυποχώρητη, πολυδιάστατη και λογικά διαρθρωμένη προσωπική υποστήριξη για την επίτευξη εκείνου που ο κάθε άνθρωπος μπορεί και αξίζει με τις εκάστοτε δυνατότητες της κοινωνικής ανάπτυξής του. Κι αυτές οι δυνατότητες πάντα τείνουν προς μια πλήρη κοινωνική συμμετοχή.
Αυτήν την αισιόδοξη υπόθεση τη στηρίζουμε στο ότι ο άνθρωπος μπορεί να αλλάζει τον εαυτό του και τον κόσμο, μέσα από την πράξη του, πρακτική, δημιουργική και κριτική, έλλογη και αυτεξούσια δράση, πράξη κοινωνική. Κατευθυνόμαστε από την πεποίθηση ότι η αλλαγή του εαυτού δεν είναι μια αμιγώς ατομική υπόθεση. Και αυτό μας γεννά αισιοδοξία, γιατί όσα μπορούμε να καταφέρουμε μαζί συλλογικά και αλληλέγγυα, πάνε πολύ πέρα από τα ατομικά όρια ενός περίκλειστου εαυτού. Είναι αυτή η βάση της εμπιστοσύνης μας προς το κάθε παιδί, τον κάθε άνθρωπο, η ενεργητική ανάδειξη και η διεύρυνση των τρόπων με τους οποίους ήδη συμβάλλει θετικά - είναι για μας αυτή μια οπτική υγειογένεσης και εκπαιδευτικής ενδυνάμωσης. Μια τέτοια υγειογενετική – και όχι “υγειονομική” - προσέγγιση έρχεται στην προσωποπραξία να συναντήσει το ελευθεριακό εκπαιδευτικό ιδεώδες, σημαίνοντας ότι όχι μόνο δεν υπάρχουν άνθρωποι που να μη μπορούν να αναπτύξουν θετικές ικανότητες και να έχουν θετική συμβολή στην κοινωνία, αλλά και ότι αυτή ανάπτυξη μπορεί απαρέγκλιτα και ουσιαστικά να βασίζεται στις ευρύτερες και βαθύτερες δημοκρατικές διαδικασίες.
Προσωπική Ανάπτυξη και Κοινωνικός Μετασχηματισμός
Οι άνθρωποι ως όντα της πράξης διαμορφώνουν τις συνθήκες ζωής τους, καθώς δεν είναι ούτε άκαμπτα βιολογικά πεπρωμένα ούτε παθητικά ιζήματα των κοινωνικών τους εμπειριών. Ο άνθρωπος είναι ένας οργανισμός ο οποίος ζει και προσδιορίζεται συμμετέχοντας στην κοινωνία, και η ανάπτυξή του βασίζεται στον εξανθρωπισμό των συνθηκών και περιστάσεων της ζωής του. Η παρέμβαση από εμάς τουλάχιστο δε νοείται ως επανορθωτική με την έννοια της αποκατάστασης κάποιας εγγενούς βλάβης, αλλά ως δημιουργική από κοινού εξεύρεση λύσεων που να βελτιώνουν τους όρους κατανόησης, βίωσης και μετασχηματισμού της πραγματικότητας.
Αλλά δεν θα πρέπει να παρερμηνευθούμε εδώ, γιατί η προσήλωση στις δυνατότητες τους ανθρώπου δε θα πρέπει να γίνεται το πρόσχημα για την εξουθένωσή του ούτε για την μετακύλιση κάθε ευθύνης πάνω στον καθένα από μας ατομικά. Οι άνθρωποι δεν είμαστε ούτε μια ολότελα εύπλαστη ύλη, ικανή να πάρει κάθε σχήμα μέσα σε κάθε δοχείο, ούτε μπορούμε να αλλάζουμε με απεριόριστο ρυθμό. Η αλλαγή του εαυτού και ο μετασχηματισμός των συνθηκών είναι χαρακτηριστικά του ανθρώπου, όπως είναι και η αντίσταση στις μεταβολές που πλήττουν την αντοχή και την απαντοχή του, την αξιοπρέπειά του, τους δεσμούς του με τους άλλους, την ικανότητά του να ορίζει τον εαυτό του. Επιπλεόν, οι κοινωνιακές διαδικασίες που στρέφονται ενάντια στην προσωπική ανάπτυξη του καθενός δεν μπορούν να αναστραφούν από τον κάθε άνθρωπο μέσα από ατομικιστικές, “ψυχολογικές” και διαχειριστικές του εαυτού στρατηγικές, και ο άνθρωπος δε μπορεί να κρατείται αποκλειστικά ή κυρίως υπόλογος για την αδυναμία του αντεπεξέλθει ενώπιον απάνθρωπων καταστάσεων. Η ανθεκτικότητα του ανθρώπου δεν είναι ούτε αμελητέα αλλά ούτε απεριόριστη. Και η ζωή του δεν είναι μια ζωή χωρίς προσδιορισμό αλλά μια θνητή ζωή.
Προσέγγιση, Συμμετοχή και Σχέση
Συνεργαζόμενοι στην ψυχολογική παρέμβαση και την εκπαιδευτική υποστήριξη, αναζητούμε τρόπους να παρέχουμε σωστές υπηρεσίες σε όσους μας εμπιστεύονται, μέσα σε μια πιεστική πραγματικότητα, συχνά αποκαρδιωτική, αλλά την ίδια στιγμή ανοιχτή και γεμάτη δυνατότητες. Ο “ρεαλισμός” της ανάγκης επίτευξης αποτελέσματος, οι ρεαλιστικοί στόχοι, δεν είναι για μας η τετράστενη “επιστημονικότητα” των υπολογισμών, αλλά η ορθολογικότητα και η δέσμευση όσων θέλουν και βρίσκουν τρόπο συνοδοιπορίας, παίρνοντας τόσο τη θεωρία όσο και την εφαρμογή στα σοβαρά. Δομούμε παρεμβάσεις κριτικά – και όχι “εκλεκτικά” - μέσα από την επιστημονική βιβλιογραφία, την πείρα μας, τη θεωρητική και πρακτική γνώση των οικογενειών και των παιδιών και το διάλογο, και δε μεταφυτεύουμε απλώς τεχνικές ούτε έχουμε μια έτοιμη λύση για κάθε πρόβλημα. Οι παρεμβάσεις μας αντλούν και μετασχηματίζουν κριτικά τα υλικά αυτά με στόχο εφαρμογές που να διέπονται από ενότητα.
Συνεργαζόμενοι με την οικογένεια, δεν παραβλέπουμε ούτε όμως απολυτοποιούμε τις διαφορές – στην οπτική, τις προτεραιότητες, τα μέσα – ανάμεσα σε οικογένειες και ειδικούς. Με μεγαλύτερη οξύτητα ακόμα όπως είναι οι συνθήκες σήμερα (συνθήκες περιορισμού των πόρων και ακραίου ανταγωνισμού), οι γονείς καλούνται όχι απλώς να ζητήσουν τη βοήθεια ενός ή περισσότερων ειδικών αλλά να κάνουν μια επένδυση. Μεγάλο μέρος των συμβουλευτικών και ψυχοεκπαιδευτικών διαδικασιών που αναλαμβάνουμε έχει να κάνει με την αλλαγή του θεμελιακού ερωτήματος, από το “ποιον ειδικό και ποια προσέγγιση να εμπιστευτώ;” στο “τι είδους επένδυση;”, τι είδους και τίνος ανάγκες θέλω να καλύψω επιλέγοντας ειδικό και προσέγγιση, τι πόρους και τι είδους αφοσίωση θέλω να αφιερώσω προς τους ανθρώπους με τους όποιους έχω δεσμούς οικογενειακούς, κηδεμονίας, ευθύνης και συνευθύνης. Συναφής είναι και ο μετασχηματισμός του ερωτήματος “ποιος έχει τον έλεγχο” στο “σε τι είδους έλεγχο;” αποβλέπουμε: εντολή και επιβολή, ή συλλογική διεύρυνση του αυτοκαθορισμού μας; Με άλλα λόγια, προσπαθούμε μαζί με τους γονείς να θέτουμε όσο γίνεται πιο παραγωγικά το ζήτημα “τι είδους σχέσεις;” θέλω να καλλιεργήσω μαζί με το παιδί μου και με τους άλλους ανθρώπους.
Αυτή η οπτική μας δεν είναι άσχετη με την γενικά παραδεκτή παρατήρηση ότι οι περισσότερες ψυχολογικές και παιδαγωγικές προσεγγίσεις (με την εξαίρεση των “μαγικών” και “θαυματουργών”) παράγουν αποτελέσματα με κάποια συνέπεια, εφόσον επιλεγούν με ορθολογικά κριτήρια και εφαρμοστούν με οργανωτικότητα και συστηματικότητα. Τα κρίσιμα ερωτήματα έχουν μεν να κάνουν με την παρέμβαση στενά νοούμενη (ως εξειδικευμένες τεχνικές με λογική διάρθρωση), αλλά και πάντα την υπερβαίνουν. Προτείνοντας, αναλαμβάνοντας και εφαρμόζοντας τεχνικές διαμορφώνουμε ένα πρωτότυπο σχήμα θεωρίας και πράξης, ένα αμοιβαία προσδιορισμένο και δυναμικό υπόδειγμα καθημερινής ψυχοκοινωνικής και εκπαιδευτικής/μαθησιακής στήριξης. Οι ικανότητες και οι δεξιότητες παράγονται ομαλά και αποδοτικά μέσα από τέτοια περιγράμματα συνεργασίας αν υποστηρίζονται ορθά, και όχι μέσα από κάποιου είδους τεχνική εκζήτηση.
Αναλαμβάνοντας τη συνεργασία με έναν άνθρωπο ή μια οικογένεια στόχος μας δεν είναι να εφαρμόσουμε, ανακεφαλαιώνοντας την, την ειδική μας γνώση για ορισμένες καταστάσεις (διαταραχή, μαθησιακό πρόβλημα, δυσλειτουργικό πρότυπο σχέσεων), ούτε να κάνουμε τους γονείς ή και τα ίδια παιδιά “παρα-ειδικούς” (διεκπεραιωτές εντολών και “βρώμικης δουλειάς”), αλλά να διαμορφώσουμε τις συνθήκες ισότιμης συνεργασίας, που να μας επιτρέψουν να είμαστε ειδικοί για το συγκεκριμένο πρόσωπο, παιδί και ενήλικο και να επιτρέπουν στον άνθρωπο ή την οικογένεια να αναπτύσσεται με ανεξαρτησία, την ίδια στιγμή εντάσσοντας ομαλά και παραγωγικά την παρέμβασή μας στην καθημερινή ζωή.
Σε αυτήν την προοπτική, και ειδικά στην παιδαγωγική πλευρά του έργου μας, απορρίπτουμε το διαχωρισμό της “σχέσης” (θεραπευτικής σχέσης, σχέσης με το παιδί κ.λπ.), επειδή ακριβώς τη θεωρούμε το πλέον σημαντικό της εργασίας μας. Η προσωπική σχέση δεν είναι προϋπόθεση, αφετηρία, ή “πρόσθετη αξία” για κάποια “κυρίως εργασία”, αλλά η σχέση είναι η εργασία, την οποία, βεβαίως, σχέση την απασχολούν διάφορα περιεχόμενα και η οποία σχέση προσλαμβάνει διάφορα αντικείμενα, και αναλαμβάνει διάφορους στόχους, ακριβώς με τον τρόπο της σχέσης. Η μάθηση είναι η διαπροσωπική σχέση που γίνεται μια μεσολαβημένη συνοδοιπορία - γνωριμία με τον κόσμο και όχι μια συμμαχία ή θωράκιση με στόχο την εκπόρθηση κάποιου εχθρικού οχυρού ή την απόκρουση κάποιου κινδύνου – τα οποία είναι οι δυο κυρίαρχες αντιλήψεις πίσω από την επιθετική “κατάκτηση” των στόχων της εκπαίδευσης και το “προστατευμένο” περιβάλλον της θεραπείας.
Οι εξειδικευμένες γνώσεις δεν είναι “συνταγές” ή “φόρμουλες”, και αν εμφανίζονται και αντιμετωπίζονται ως τέτοιες σύντομα εξαντλούν τη χρησιμότητά τους, εις βάρος των προσώπων. Αφετηρία και ορίζοντας της ειδίκευσής μας είναι το συγκεκριμένο πρόσωπο και όχι η προσέγγιση. Μέρος της εργασίας μας είναι η αποδόμηση στην πράξη της γνώσης των ειδικών ως διαχωρισμένης και απρόσιτης ζώνης, και η προσπάθεια για την οικοδόμηση συλλογικών και κοινωνικών κριτηρίων εγκυρότητας και τρόπων διανομής της γνώσης. Η ιδιαίτερη και πρόσθετη προσοχή και οι ειδικοί χειρισμοί που απαιτούνται σε ορισμένες περιπτώσεις και καταστάσεις σημαίνει την ανάληψη πρωτοβουλιών από πλευράς του ψυχολόγου ή του εκπαιδευτικού οι οποίες κάποιες φορές και σε κάποιο βαθμό διαχωρίζονται από τον συνήθη τρόπο επικοινωνίας, διαπροσωπικής προσέγγισης, αλληλεπίδρασης, διδασκαλίας, και αναπτύσσονται με έναν ιδιαίτερο συναισθηματικό τόνο. Αλλά αυτή η ιδιαίτερη μεσολάβηση δεν προκύπτει απαραίτητα ως εφαρμογής κάποιας ειδικής τεχνικής κατάρτισης και δυσνόητης γνώσης, αλλά από την παραδοχή ότι η σύγχυση, η δυσφορία και η δυσκολία που μας επικοινωνεί ο άλλος άνθρωπος είναι ειλικρινής ως βάση συνεργασίας. Η συνακόλουθη κατάλληλη προσαρμογή και ανταπόκριση της δικής μας πράξης στην ανάγκη του άλλου δεν προκύπτει από κάποιο ιδανικό “ξεκλείδωμα” και ταίριασμα τεχνικών και αναγκών, αλλά από την προνομιακή μας προσήλωσή στο ξεπέρασμα αυτής της κατάστασης και την χάραξη προτεραιοτήτων που να είναι εύλογες και ισορροπημένες.
Συνεργαζόμενοι με παιδιά και εφήβους αλλά και ενήλικες με δυσκολίες, εγκλωβισμένους σε εξαρτητικές καταστάσεις και με ανεσταλμένες τις δημιουργικές δυνάμεις τους, προσπαθούμε να βελτίωσουμε τις προϋποθέσεις ψυχοσυναισθηματικής ωριμότητας, αυτοεξυπηρέτησης και αυτοαγωγής, ανάληψης πρωτοβουλίας και οργανωτικής επάρκειας στην εκπλήρωση του εκπαιδευτικού και εργασιακού καθήκοντος ως συμμετοχής στην κοινωνική ζωή. Από την εκμάθηση στοιχειωδών δεξιοτήτων σε ένα “δύσκολο” αυτιστικό παιδί μέχρι την ψυχοσυναισθηματική υποστήριξη προς κάποιον για τα πιο σύνθετα και πολιτισμικά καταξιωμένα έργα, από την διαχείριση μιας εφηβικής αναστάτωσης μέχρι το λύσιμο ενός οικογενειακού κόμπου που εκτείνεται σε πολλές γενιές, κάνουμε λόγο για καλλιέργεια του χαρακτήρα, όχι με την έννοια της συμμόρφωσης ως προς εξωτερικές επιταγές αλλά του πως ο άνθρωπος με ανεξαρτησία πνεύματος πειθαρχεί τον εαυτό του στις ίδιες τις πεποιθήσεις του, αναγνωρίζοντας και αντιμετωπίζοντας τις αντιφάσεις και τα κατά συνθήκην ψεύδη της κοινωνικής συμμετοχής. Αυτό είναι και το κυρίως περιεχόμενο που δίνουμε στην αυτογνωσία: μια διαρκή αμφισβήτηση των δεδομένων της κοινωνικής ζωής, μια διαρκή διεύρυνση του ορίζοντα των διαπροσωπικών σχέσεων, μια πιο ολοκληρωμένη και αξιοπρεπή στάση απέναντι στον εαυτό και τον κόσμο.
Προοπτική
Σε μια ιστορική και κοινωνική συνθήκη που οι άνθρωποι από πολύ νωρίς στη ζωής τους διαβρώνονται βαθύτατα από ιδεολογήματα διαστρέβλωσης και συγκάλυψης της πραγματικότητας και μαθαίνουν τον ίδιο τους τον εαυτό τους μέσα από απλοϊκά ψυχολογικά δίπολα, η εργασία μας στηρίζει τους ανθρώπους στη μετατόπιση τους προς θέσεις και πράξεις που να λαμβάνουν υπόψη τόσο τις εσωτερικές συγκρούσεις όσο τις αντιφάσεις της κοινωνικής ζωής και το ανθρώπινο κόστος τους. Η συνεργασία μας στοχεύει στην καλλιέργεια ουσιαστικών σχέσεων. Τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην ψυχολογική παρέμβαση, εργαζόμαστε προκειμένου οι άνθρωποι να μην παραλύουν μπροστά στις πρακτικές δυσκολίες, αλλά και για να μην δέχονται αυτές τις δυσκολίες ως δεδομένες, να μην τις αντιμετωπίζουν ως μοίρα, έναντι της οποία μπορούν απλά να είναι “καλύτερα προετοιμασμένοι την επόμενη φορά”.
Τόσο ο προσπορισμός εκπαιδευτικών εφοδίων όσο και ο απεγκλωβισμός από ψυχολογικά αδιέξοδα έχει να κάνει με τη σύμπραξη με άλλους ανθρώπους με καλύτερους τρόπους με προοπτική και ιδανικά, κι όχι απλά με καλύτερες προδιαγραφές. Παλεύουμε ώστε αυτή η σύμπραξη να μη συστρέφεται προς τον τον κοινότοπο και κυρίαρχο ατομικό συμβιβασμό ατομικής επιβιώσης, εις βάρος λίγο εώς πολύ των άλλων, αλλά να εκτείνεται με εμπιστοσύνη και βάσεις στη συλλογική δράση και τη ρήξη με την κοινωνική απομόνωση και αδικία.